Το μυαλό και το σώμα σου τρέχουν, κάνουν υπερωρίες, υπερεργάζονται
εντατικά. Τα νεύρα του εγκεφάλου σου διεγείρονται, έχεις σχεδόν αρχίσει να τα αισθάνεσαι καθώς δουλεύουν μέσα σου με μανία, σχεδόν βίαια. Τα χτυπήματα είναι αλλεπάλληλα, το ένα διαδέχεται το άλλο. Αγωνίζεσαι να το αποτρέψεις με νύχια και με δόντια. Όχι, όχι πάλι. Όχι ξανά!
Οι εικόνες επιστρέφουν μόνες τους κι είναι ολοκάθαρες. Κατ'ακρίβειαν, δεν υπήρξαν ποτέ τόσο καθαρές όσο τώρα.
Βλέπω...
Βλέπω ένα μωρό μέσα στη βρεφική του κούνια. Βρίσκεται δίπλα από το κρεβάτι των γονιών, από τη μεριά της μητέρας. Το βλέπω ανήσυχο, δεν έχει ύπνο, μου φαίνεται σχεδόν φοβισμένο.
"Χλωμή αδερφούλα η μέρα φτάνει και στα ματάκια σου ύπνος δε φάνη".
Προσπαθείς μάταια να σβήσεις την εικόνα, φτάνει, γιατί τα θυμήθηκες όλα αυτά; Το νανούρισμα όμως συνεχίζει να ηχεί στ'αυτιά σου, γλυκό και μελωδικό, σχεδόν κοντεύει να αγγίξει την ψυχή σου όπως αγγίζει την ψυχούλα του μωρού στην κούνια που τώρα σου φαίνεται πιο ήρεμο. Το φως ξαφνικά λιγοστεύει, η όραση σου σε δυσκολεύει και η εικόνα γίνεται όλο και πιο ψυχρή όλο και πιο απόμακρη.
Επιστροφή στην πραγματικότητα...
Σε βλέπω. Βλέπω ένα χέρι γνώριμο. Και πάνω στο χέρι αυτό, βλέπω ένα άλλο χέρι. Αυτό το δεύτερο χέρι χαϊδεύει απαλά το πρώτο λες και το καθησυχάζει και κάπου εκεί σιμά ακούω μια φωνή.
Μια φωνούλα γλυκιά, συμπονετικιά, μια φωνή που σου τραγουδά "χλωμή αδελφούλα, πια τι με νοιάζει, αχ η ματιά σου πώς σκοτεινιάζει! Τα παγωμένα χέρια σου, Θέ μου, δε σ'είδα τόσο χλωμή ποτέ μου..."
Τώρα πια μπορώ και να νιώσω... Νιώθω τη γαλήνη που έρχεται από μακριά, πολύ μακριά, από την άλλη άκρη της Γης, εκεί που κρύβονται οι Αγγέλοι, εκεί που βρίσκεται ο Παράδεισος που αναζητάς.
Αυτός ο Παράδεισος που μπορείς ν'αγαπάς, ν'αγαπάς χωρίς μια στάλα φόβο... Αυτός ο Παράδεισος που είναι γεμάτος ελπίδα και αποτελείται από κάτι τεράστια και κάτασπρα σύννεφα, τα σύννεφα της γαλήνης που σε τυλίγουν μέσα τους όπως τα ζεστά σεντόνια του κρεβατιού σου. Αυτά τα σεντόνια που πνίγουν τη βροχή και την εξαφανίζουν. Αυτά τα σεντόνια που δεν αφήνουν τίποτα να τα διαπεράσει. Σ'αυτά τα σεντόνια ο πόνος σταματά. Στο δικό σου Παράδεισο τίποτα δεν έχει γίνει. Αύριο θα ξυπνήσεις κι όλα θα βρίσκονται στη θέση που έπρεπε να βρίσκονται.
"Η ζωή είναι ένα τεράστιο θέατρο. Έχει πολλούς-πολλούς ηθοποιούς του καθενός μας η ζωή. Θα κληθείς να δώσεις πολλές παραστάσεις. Μη διστάσεις. Μη φοβηθείς. Κι αν καμιά φορά χάσεις τα λόγια σου, μην απογοητευτείς. Κι αν απογοητεύσεις το κοινό σου, να ξανασηκωθείς. Όσο για τους ηθοποιούς της ζωής σου, ένα να ξέρεις: θα υπάρξουν πολλοί και διάφοροι. Εσύ θα μπορέσεις κάποια στιγμή να τους αξιολογήσεις. Θα μπορέσεις κάποια στιγμή, αφού θα έχουν δοθεί αρκετές παραστάσεις, να διακρίνεις και ξεχωρίσεις. Ποιοι ήταν τ'αστέρια σου, ποιοι ήταν απλοί συνεργάτες και ποιοι είχαν παίξει το ρόλο του κομπάρσου. Κι αν ο ρόλος σου δεν είναι πειστικός, μη σταματάς. Μη σκεφτείς ούτε στιγμή να εγκαταλείψεις τη σκηνή ακόμα κι αν θέλεις να χωθείς βαθιά μέσα στα σεντόνια σου και να κλάψεις. Ακόμα κι αν θέλεις ν'αφήσεις το πρόσωπό σου εκτεθειμένο, χωρίς το προσωπείο που σου βαραίνει την καρδιά, κάθε φορά και όλο και περισσότερο. Κι αν κανείς δε σε πιστεύει κι αν κανείς δε νοιάζεται αρκετά ώστε να σε προσέξει καθώς εκτελείς το ρόλο σου μην τα βάλεις κάτω. Θα δεις που μια μέρα θα λάμψεις. Και θα δεις ότι τότε ίσως το χειροκρότημά τους θα αξίζει όσο στοιχίζει ένα κομμάτι από χαρτί... Ψίχουλα... Ο καθένας βρίσκει κοινό αντάξιο της παράστασης που δίνει. Γι'αυτό κοιμήσου, κοιμήσου κι αύριο είναι μια ολοκαίνουρια ημέρα. Αύριο θα φτιάξουν όλα..."
Άλλη μία λήψη έλαβε το τέλος της. Θολούρα και πάλι... Καθώς ετοιμάζομαι να φύγω ακούω το τελευταίο της τετράστιχο: "μονάχα ο ύπνος δε λέει "θυμήσου", χλωμή αδελφούλα, φέγγει, κοιμήσου..."
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου