«Τέλειωσαν πια τα ψέματα –δικά μας και ξένα.
Η φωτιά η παντάνασσα πλησιάζει. Δεν μπορείς πια να ξεχωρίσεις αν καίγεται σκοίνος ή φτέρη ή θυμάρι. Η φωτιά πλησιάζει.
Κι όμως πρέπει να προφτάσω να ξεχωρίσω,
να δω, να υπολογίσω, να σκεφτώ – (για ποιον; Για μένα; Για τους άλλους;) Πρέπει.
Μου χρειάζεται πριν απ’το θάνατό μου μια ύστατη γνώση,
Η γνώση του θανάτου μου, για να μπορέσω να πεθάνω.
[...] Ίσως και να μπορούσα να γλιτώσω. Ίσως μπορούσα ν’αντέξω την καταφρόνια ή τη συγγνώμη ή και τη λησμονιά των άλλων. Όμως εγώ θα μπορούσα να λησμονήσω το φως που ονειρευτήκαμε μαζί; Κείνο το μέγα καρδιοχτύπι της σημαίας μας; Θα μπορούσα να βολευτώ στον ίσκιο μιας γωνιάς με σταυρωμένα τα χέρια γύρω στα σταυρωμένα γόνατα σα μνησίκακη, μεμψίμοιρη ή αμέτοχη αράχνη που πλέκει μόνο με το σάλιο της τα δίχτυά της;
[...] Το ξέρω: από δω κατευθείαν, θα περάσω νεκρός μες τον κόσμο. Μην κλαίτε. Και ξέρω τώρα, όσο ποτέ, πως είναι δυνατή η ελευθερία. Γεια σας.
[...] Όλο σας αποχαιρετώ κι ακόμα μένω. Ναι, η πιο μεγάλη πράξη της ζωής μας
είναι η απόφαση του θανάτου μας, όταν υπάρχει κάποια διέξοδος, όταν μπορείς και να τον αποφύγεις, και συ τον διαλέγεις σαν τιμή και σα χρέος για τους άλλους, πιο πέρα απ’ τις ανάγκες σου.
Όποιος μπορεί να νικήσει μια στιγμή τη ζωή νικάει και το θάνατο. Το ‘μαθα. »
Γιατί ο «Αποχαιρετισμός»;
Παρόλο που το εν λόγω ποίημα γράφτηκε από το Γιάννη Ρίτσο για τη θυσία του ήρωα Γρηγόρη Αυξεντίου εν καιρώ πολέμου, επιλέγω σήμερα τα συγκεκριμένα αποσπάσματα - εν καιρώ ειρήνης - για τους ήρωες που γνώριζαν το θάνατό τους και όμως δεν τον φοβήθηκαν στιγμή.
Επιλέγω αυτούς τους στίχους ως απάντηση σε όσους στενόμυαλους δεν μπορούν να δουν πέρα από το θάνατο –σε όσους δεν μπορούν ν’αντιληφθούν τη σημασία του δικού τους θανάτου, της δικής τους θυσίας. Γι’αυτούς που λένε «μα θα μπορούσαν και να σωθούν, γιατί δε σώθηκαν;» Η απάντηση είναι εδώ. Τουλάχιστον δείτε αυτούς τους θανάτους ως μια ευκαιρία για να προφυλάξετε και εσείς κάτι... Κάτι που κάθε άλλο παρά ασήμαντο είναι: την ελευθερία σας.
Η ελευθερία πάντοτε είναι δυνατή με μία βασική προϋπόθεση όμως: τη συνειδητοποίηση όλων. Σε ετούτο τον τόπο - δυστυχώς – πρέπει να διαπράττονται εγκλήματα για να φτάνουμε στη συνειδητοποίηση. Σε ετούτο τον τόπο – δυστυχώς – έχουμε μια επίμονη τάση να αγνοούμε τις «μέλισσες» που κεντρίζουν το παχύ μας δέρμα. Σε τούτο τον τόπο –δυστυχώς- πρώτα θρηνούμε νεκρούς κι ύστερα ξυπνούμε από το βαθύ μας λήθαργο.
Αυτό το μεγάλο κακό που μας βρήκε στις 11 Ιουλίου 2011, ας είναι και το τελευταίο μας «εγερτήριο». Αυτή τη φορά επιβάλλεται όλοι μαζί να πολεμήσουμε για την ελευθερία γιατί αυτό μας έκαιγε και μας καίει για αιώνες ολόκληρους –τίποτα λιγότερο, τίποτα περισσότερο.
Το πρόβλημα ήταν –και είναι- πριν από όλα και πάνω από όλα πολιτικό.
Φτάνει πια οι κοκορομαχίες. Φτάνει πια οι στενόμυαλες αντιλήψεις.
Τι σημασία έχει αν είσαι κόκκινος, ή μπλε, ή πράσινος;
«Εκεί που είναι ο πόνος κι ο ιδρώτας και τα δάκρυα, εκεί δεν είναι ο άνθρωπος; Γιατί λοιπόν σκάβετε ένα χαντάκι και χωρίζεστε;»
Όλοι ψάχνουν... Να βρουν τον υπαίτιο, να επιρρίψουν ευθύνες, να ρίξουν το φταίξιμο στους «άλλους», στην αντιπολίτευση, στον τάδε και στον τάδε.
Κάντε το!!! Γιατί θα το κάνετε, ό,τι κι αν λέμε.
Ποιος στα αλήθεια ψάχνεται όμως; Ακόμα κι αυτή η τάση για αποποίηση των ευθυνών έχει πια καταντήσει κάτι εντελώς προβλέψιμο. Το φλέγον ζήτημα είναι το μετά –πάντα αυτό είναι.
Μετά τι; Το πρόβλημα είναι πολιτικό, όχι κομματικό. Το πρόβλημα αφορά όλους εμάς και τον καθένα ξεχωριστά. Ξύπνησε η Κύπρος; Διερωτώμαι επειδή δεν είμαι σίγουρη. Έχω τις επιφυλάξεις μου... Είναι καιρός να ξυπνήσει. Το πρώτο βήμα έγινε. Ειλικρινέστατα, θαυμάζω την ψυχραιμία τους - του Διοικητή και των δύο αυτών παιδιών –που ήξεραν, γνώριζαν τον πολύ πιθανό τους θάνατο- σας λέω ειλικρινά ότι στη θέση τους θα το ‘βαζα στα πόδια, θα δείλιαζα... Η θυσία αυτή ας σταθεί παράδειγμα, ας θεωρηθεί το πρώτο βήμα, για να γίνει ένα επόμενο και πιο ουσιαστικό. Η ελευθερία είναι δυνατή -και σταθείτε σε αυτό. Γεια σας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου