Εκ των προτέρων, μια παράκληση: συγχωρέστε με για το ασυνάρτητο μου γράψιμο. Στο θέμα της αγάπης σηκώνω ψηλά τα χέρια, γιατί είναι ατελεύτητο το μεγαλείο της. Εντούτοις, δεν παύω να την επεξεργάζομαι και να προσπαθώ να την ορίζω -κάθε φορά ίσως αλλιώτικα από την προηγούμενη, γιατί είμαστε όλοι τόσο μοναδικοί και ανεπανάληπτοι, οπότε είναι ανθρωπίνως αδύνατον να βιώνουμε τα ίδια συναισθήματα ξανά και ξανά-. Οι προτάσεις μου ίσως σας φανούν μπερδεμένες και αντιφατικές- δεν μπορούσα όμως να μη μοιραστώ αυτό το κείμενο με έσας -γι'αυτό συγχωρέστε με-.
Είναι φορές που δύο άνθρωποι ξεκινούν από κάπου ξεχωριστά και καταλήγουν να συναντιούνται- είτε τυχαία, είτε μοιραία, είτε αναγκαστικά-. Πάντως, στη γεμάτη με σκαμπανεβάσματα ευθεία της ζωής τους, φθάνει μια στιγμή που από παράλληλες οι ευθείες τους γίνονται μία ευθεία κι έτσι, εφάπτεται η μια πάνω στην άλλη.
Το πώς και το γιατί, συχνά, μένουν αιωνίως αναπάντητα. Το μόνο που δύναται κανείς να γνωρίζει είναι το γεγονός της συνάντησης αυτούσιο. Και φυσικά, τα όσα έπονται της συναντήσεως.
Συναντιούνται λοιπόν, κι είναι δύσκολη η αρχή -όπως κάθε αρχή εξάλλου-. Τα πέπλα του μυστηρίου και της περιέργειας αρχίζουν να τους περιζώνουν και μ'ένα τρόπο μαγικό τους φέρνουν πιο κόντα. Κάθε μερά, όλο και πιο κοντά. Το κάνουν όμως με τόση τέχνη, ώστε οι δυο τους να μην το αντιλαμβάνονται, κι αν ακόμη το καταλάβουν ποτέ να είναι τόσο σθεναρές οι δυνάμεις που τους ενώνουν ώστε πλέον να μην μπορούν ν' απελευθερωθούν από τα δεσμά τους.
Αρχίζει λοιπόν, σ'αυτό το σημείο να λειτουργεί και η λογική (γιατί το συναίσθημα είχε δράσει προ πολλού) και προσπαθεί να εξηγήσει -μάταια- το πώς και το γιατί. Προσπαθεί να βρει λύσεις και διεξόδους, αλλά κάθε φορά που πάει να ξεφύγει απ' το συναίσθημα, αυτό επιστρέφει δριμύτερο και πιο αποφασισμένο από ποτέ.
Σε τούτο 'δω το σημείο είναι που οι άνθρωποι γίνονται υποχείριο της καρδιάς τους και χάνουν την ανθρωπιά τους -όχι από την άποψη ότι έπαψαν να είναι ευαίσθητοι, ή ηθικοί, ούτε γιατί έπαψαν να σκέφτονται το συν-άνθρωπό τους, αλλά γιατί χάθηκε η λογική μες στο συναίσθημα. Κι άνθρωπος δίχως λογική, δε λογίζεται άνθρωπος.
Τέτοιες στιγμές, σαν αυτές, οι άνθρωποι γίνονται αχόρταγοι, γιατί δίχως την ευθεία που τους συμπληρώνει νιώθουν μισοί, ανολοκλήρωτοι. Αχόρταγοι, όχι γιατί δεν εκτιμούν την ύπαρξη της ευθείας στη ζωή τους, αλλά αχόρταγοι εξαιτιας του πόθου τους. Αχόρταγοι γιατί το "είναι" της ευθείας τους θέλει να συνεχίσει να εφάπτεται στην άλλη ευθεία και διότι όσο περνούν οι μέρες όλο και πιο πολύ αδυνατούν να σκεφτούν μια μέρα μακριά της. Αυτό, το λένε έρωτα μερικοί και κάποιοι τολμούν και το λεν αγάπη.
Μα μου'πε κάποιος κάποτε, πως αγαπά μόνο όποιος αγαπά αληθινά. Και η αλήθεια είναι ότι με προβλημάτισε τι είναι αλήθεια και τι παραμύθια. Συνειδητοποίησα τελικά, ότι μόνο η αλήθεια δίνει εγκυρότητα σ' ό,τι ζούμε. Αλλιώς, δε το ζούμε, αλλιώς, είναι ψεύτικο.
Το δεδομένο μας λοιπόν είναι ότι είμαστε ανθρώπινα όντα κι ότι εχτός από τα ζωώδη μας ένστικτα, κατέχουμε και λογική. Αναγκαστικά, λοιπόν, συναίσθημα και λογική πρέπει να βρουν μια μέση λύση.
Αληθινά αγαπά αυτός που δέχεται την αλήθεια του άλλου και του κόσμου που τους περιστοιχίζει. Τον αγαπά όχι γιατί θα μπορούσε να του χαρίσει κάποια νύχτα τον ουρανό με τ'άστρα, όχι γιατί θα γινόταν "τέρας" δίχως λογική, εάν μπορούσε. Μα για έκεινο το φως της αλήθειας που διατηρεί άσβεστο μέσα του, τον αγαπά.
Αγάπη είναι να πατάς τα πόδια σου γερά στο έδαφος, κι όχι να βλέπεις τους άλλους από τα σύννεφα, γιατί σαν τους βλέπεις από ψηλά, δεν τους βλέπεις ως ίσους. Η στάση σου έτσι, γίνεται αλαζονική και ξεφεύγει από τον κόσμο στον οποίο βρίσκεσαι. Άρα, φεύγεις από την αλήθεια και κυνηγάς μια ψεύτικη διάσταση. Το μόνο που σε ενδιαφέρει είναι η κατάκτηση της ευθείας σου. Μα έτσι, χάνονται οι ευθείες και χάνεται κι ο κόσμος όλος -η βιούμενη σου πραγματικότητα-.
Αγάπη, λοιπόν, αληθινή είναι να ονειρεύεσαι, αλλά να ονειρεύεσαι με τα μάτια ανοιχτά -αν γίνεται αυτό-. Αγάπη είναι όταν οι δυο γραμμές πορεύονται μαζί στο δρόμο της αλήθειας και όχι όταν περπατούν σε δρόμους ονειρικούς, δήθεν στρωμένους από ροδοπέταλα. Αγάπη είναι όσα λεν τα μάτια και τ'αφήνουν αφανέρωτα οι λέξεις. Αγάπη είναι βάρος και βαρύτητα! Βάρος γιατί την κουβαλάς συνέχεια μέσα σου, σαν ένα φορτίο μα και σα φυλαχτό και βαρύτητα γιατί σε κρατά στη Γη, όσο ποτέ άλλοτε. Ν'αγαπάς με τα μάτια ανοιχτά σημαίνει ν'αγαπάς αληθινά. Ν'αγαπάς κι ας είναι δύσβατο το μονοπάτι της αλήθειας. Γιατί η αληθινή αγάπη δεν είναι τίποτε άλλο παρά αλήθεια. Κι ας σε πικραίνει η αγάπη σου κι ας σε πονά, αν αγαπάς αληθινά το θάρρος σου ομορφαίνει ετούτη όλη την ασκήμια. Κι ας μην εφάπτονται οι ευθείες, φτάνει να συναντιούνται κάποτε -τυχαία, μοιραία, αναγκαστικά- , για να μοιράζεται η αλήθεια και να πολλαπλασιάζεται η χαρά κι ο πόνος... να διαιρείται. "Μονάχα αυτός που αγαπά αληθινά συν-αισθάνεται..." Και η συν-αίσθηση δεν είναι άλλο παρά λογική και αίσθημα μαζί -αν μπορούν να συνυπάρξουν- ώστε να μη διαστρεβλώνεται η αλήθεια, ώστε να μη ζήσει κανείς στο ψέμα. Και τώρα φυσικά θα ρωτήσετε αν είναι εύκολο αυτό. Και θα σας αποκριθώ: "όχι, εύκολο δεν είναι, είναι όμως εφικτό για τις καρδιές που αντέχουν".